- προσφέρουσι
- προσφέρωbring topres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic)προσφέρωbring topres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προσφέρουσ' — προσφέρουσα , προσφέρω bring to pres part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic) προσφέρουσι , προσφέρω bring to pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) προσφέρουσι , προσφέρω bring to pres ind act 3rd pl (attic epic doric… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσφέρω — ΝΜΑ, και προσφέρνω Ν, και δωρ. τ. ποτιφέρω Α [φέρω] 1. δίνω κάτι ευγενικά ως δώρο, δωρίζω, χαρίζω (α. «η εταιρεία τού προσέφερε για τις υπηρεσίες του ένα ταξίδι» β. «καὶ δῶρα... χρυσοῡ τε καὶ ἀργύρου προσεφέρετο», Θουκ.) 2. (σχετικά με έδεσμα ή… … Dictionary of Greek
ταφή — η, ΝΜΑ, και ταπή Α η τοποθέτηση νεκρού σώματος μέσα στη γη, μέσα σε τάφο, ενταφιασμός, θάψιμο (α. «στην ταφή σου με την πάχνη χύν η βρύση το νερό», Σολωμ. β. «αἱ γενεαὶ πᾱσαι ὕμνον τῇ ταφῇ σου προσφέρουσι, Χριστέ μου», Ακολ. Μ. Εβδομ. γ. «ταφῆς… … Dictionary of Greek